ΤΟΜΟΣ 48
ΤΕΥΧΟΣ 1 – 1
Η ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΣΤΟΜΑΤΙΚΩΝ ΕΞΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΓΝΑΘΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΓΙΛΟΥ ΚΑΙ ΜΕΙΚΤΟΥ ΟΔΟΝΤΙΚΟΥ ΦΡΑΓΜΟΥ.
Π. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ , Α.Φ. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΗΣ , Α. ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ , Ε. ΣΥΡΑΚΟΥΛΗ , Α. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ.
ΣΤΟΜΑ 2020; 48(1): 001-012
Σκοπός: Σκοπός της συγκεκριμένης ανασκόπησης είναι η ανάλυση και διερεύνηση των επιπτώσεων των παραπάνω μη διατροφικών έξεων, όπως επίσης και των διατροφικών συνηθειών, όπως ο θηλασμός και η χρήση βρεφικής φιάλης, εστιάζοντας στα στοιχεία που αφορούν τη σύγκλειση και τη λειτουργία του στοματογναθικού συστήματος.
Μέθοδος: Η αναζήτηση των μελετών πραγματοποιήθηκε στη βάση δεδομένων του Pubmed. Η έρευνα εστίασε στη διερεύνηση δεδομένων αγγλόφωνης βιβλιογραφίας, χωρίς περιορισμό στη χρονολογία συγγραφής των μελετών. Στην ανασκόπηση συμπεριελήφθησαν τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες, προοπτικές μελέτες, αναδρομικές μελέτες, ενώ εξαιρέθηκαν άρθρα κλινικών περιστατικών.
Αποτελέσματα: Οι ασθενείς που εξετάστηκαν στις αντίστοιχες έρευνες εμφάνισαν μεγάλη διακύμανση στον αριθμό, το είδος και τη διάρκεια των στοματικών έξεων. Οι ασθενείς ανήκαν στο εύρος ηλικιών από 1 έως και 6 ετών, όταν οι έξεις αφορούσαν το νεογιλό φραγμό και από 6 έως 13 ετών όταν αφορούσαν το μεικτό φραγμό.
Συμπεράσματα: Επισημάνθηκε συσχέτιση ή στενή σύνδεση ορισμένων έξεων και διαταραχών της σύγκλεισης και της κρανιοπροσωπικής ανάπτυξης. Ειδικότερα, η πρόσθια ανεωγμένη δήξη συνδέεται με όλους τους τύπους εκμύζησης δακτύλου και χείλους, με την προώθηση της γλώσσας σε συνδυασμό με την πλημμελή κατάποση, καθώς και με τη στοματική αναπνοή. Στην περίπτωση της οπίσθιας σταυροειδούς σύγκλεισης, έχουν βρεθεί δεδομένα για δημιουργία της κατά το νεογιλό φραγμό εξαιτίας της εκμύζησης δακτύλων και της προώθησης της γλώσσας, ενώ η συγκεκριμένη διενέργεια της έξης κατά τις φάσεις του μεικτού φραγμού χρίζουν περαιτέρω τεκμηρίωσης. Επιπροσθέτως, η οπίσθια σταυροειδής σύγκλειση σε συνδυασμό με την αλλαγή της μορφολογίας του κρανιοπροσωπικού συμπλέγματος και την αύξηση της κατακόρυφης διάστασης του προσώπου καταδείχτηκε ως πιθανό αποτέλεσμα της στοματικής αναπνοής.
ΤΕΥΧΟΣ 1 – 2
Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΦΩΤΕΙΝΩΝ ΠΗΓΩΝ ΣΤΗ ΛΕΥΚΑΝΣΗ ΖΩΝΤΑΝΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ
ΧΡ. ΚΑΡΑΝΑΣΙΟΥ , Ο. ΝΑΚΑ , Δ. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΤΟΜΑ 2020; 48(1): 013-018
Ο αριθμός των ατόμων που επιθυμούν να βελτιώσουν το χαμόγελό τους αυξάνεται όλο και περισσότερο. Η λεύκανση των δοντιών αποτελεί μία συντηρητική και καλά τεκμηριωμένη διαδικασία για την αντιμετώπιση των οδοντικών δυσχρωμιών. Παραμένει όμως αδιευκρίνιστο αν η υποβοηθούμενη με τη χρήση φωτεινών πηγών λεύκανση πλεονεκτεί ή όχι έναντι των συμβατικών μεθόδων. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση του προφίλ κινδύνου – οφέλους της υποβοηθούμενης με τη χρήση κάποιας φωτεινής πηγής λεύκανσης σε ζωντανά δόντια. Ο πρώτος στόχος ήταν να συζητηθεί εάν η λεύκανση με τη χρήση κάποιας φωτεινής πηγής αυξάνει, μειώνει ή δεν επηρεάζει την ευαισθησία των δοντιών. Ο δεύτερος στόχος ήταν να συζητηθεί η αποτελεσματικότητα της υποβοηθούμενης με τη χρήση φωτεινών πηγών λεύκανσης σε σύγκριση με τη συμβατική τεχνική. Παρόλο που η υποβοήθηση της λεύκανσης με κάποια φωτεινή πηγή επιταχύνει τη διαδικασία, δεν είναι απαραίτητο ότι θα οδηγήσει σε βελτιωμένα αποτελέσματα όσον αφορά την αισθητική. Στις περισσότερες μελέτες, η αποτελεσματικότητα δεν βελτιώθηκε για περισσότερο από δύο εβδομάδες με τα πρωτόκολλα που χρησιμοποιούν κάποια φωτεινή πηγή. Επιπλέον, η οδοντινική ευαισθησία είναι συχνότερη όταν χρησιμοποιούνται υψηλότερες συγκεντρώσεις υπεροξειδίου του υδρογόνου. Συνεπώς, η χρήση κάποιας φωτεινής πηγής κατά τη διαδικασία της λεύκανσης δεν κρίνεται συνήθως απαραίτητη και θα πρέπει να συστήνεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
ΤΕΥΧΟΣ 1 – 3
ΣΥΝΔΥΑΣΜΕΝΟΣ ΣΥΓΚΟΛΛΟΥΜΕΝΟΣ/ΚΟΧΛΙΟΥΜΕΝΟΣ ΤΥΠΟΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΕΜΦΥΤΕΥΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΗΣ ΥΠΕΡΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ ΜΕΣΩ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ
Κ. ΣΑΡΑΦΙΔΟΥ , Γ. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ , Μ.Κ. ΛΟΥΒΡΟΥ , Ε. ΜΟΛΔΟΒΑΝΗ , Π. ΚΟΪΔΗΣ , Α. ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΤΟΜΑ 2020; 48(1): 019-028
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογηθεί η σύνδεση εμφυτεύματος-προσθετικής υπερκατασκευής με το συνδυασμένο συγκολλούμενο-κοχλιούμενο τύπο σύνδεσης, και να περιγραφούν τα επιμέρους κατασκευαστικά στάδια μέσα από αναφορά μιας κλινικής περίπτωσης.
Μέθοδος-Υλικά: Πραγματοποιήθηκε εκτενής βιβλιογραφική αναζήτηση από δύο ανεξάρτητους ερευνητές (χρονική περίοδος 01/2004 έως 12/2019) στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων PubMed και σε επιστημονικά βιβλία. Με βάση τα κριτήρια εισαγωγής εξαιρέθηκαν οι βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις, ενώ συμπεριλήφθηκαν στην ανασκόπηση κλινικές μελέτες, εργαστηριακές μελέτες και αναφορές περίπτωσης που αφορούν τεχνική κατασκευής αντίστοιχη αυτού του τύπου σύνδεσης. Συνολικά βρέθηκαν δέκα μελέτες και ένα κεφάλαιο από επιστημονικό βιβλίο, που πληρούσαν τα κριτήρια εισαγωγής. Παράλληλα, περιγράφηκε κλινικό περιστατικό δύο ναρθηκοποιημένων επιεμφυτευματικών στεφανών, ώστε να παρουσιαστεί η τεχνική κατασκευής αυτού του τύπου σύνδεσης.
Αποτελέσματα: Παρά τη συχνή χρήση του συνδυασμένου συγκολλούμενου-κοχλιούμενου τύπου σύνδεσης στην καθημερινή οδοντιατρική πράξη, στη βιβλιογραφία ανευρίσκεται μικρός αριθμός δημοσιευμένων μελετών που να ερευνούν τα χαρακτηριστικά του και τη μακροχρόνια κλινική του συμπεριφορά. Βασικό πλεονέκτημά του είναι η ευκολία ανάκτησης των αποκαταστάσεων που επιτρέπει την επιδιόρθωσή τους. Επιπλέον, επιλέγεται για την παθητική εφαρμογή του σε αποκαταστάσεις πολλαπλών εμφυτευμάτων και σε περιπτώσεις άμεσης φόρτισης, όπου ο συνδυασμένος τύπος λειτουργεί όπως ο κοχλιούμενος. Τέλος, η απομάκρυνση της κονίας συγκόλλησης πραγματοποιείται πριν την τελική κοχλίωση εξωστοματικά, και έτσι αποφεύγεται η παραμονή της στους περιεμφυτευματικούς ιστούς.
Συμπεράσματα: Ο συγκεκριμένος τύπος σύνδεσης συνδυάζει τα πλεονεκτήματα των αμιγώς συγκολλούμενων και των αμιγώς κοχλιούμενων επιεμφυτευματικών αποκαταστάσεων. Ωστόσο, ο περιορισμένος αριθμός μελετών που αναφέρονται σε αυτό τον τύπο σύνδεσης επιβάλλει περεταίρω επιστημονική διερεύνηση για την καθιέρωση ενός συγκεκριμένου πρωτοκόλλου πραγματοποίησης της τεχνικής.
ΤΕΥΧΟΣ 1 – 4
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΕΜΦΥΤΕΥΜΑΤΩΝ ΧΩΡΙΣ ΚΡΗΜΝΟ: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ, ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ
Σ. ΖΑΡΕΝΤΗ ,Μ. ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ , Θ. ΓΟΥΣΟΥΛΗΣ , Γ. ΤΣΟΜΠΑΝΗ , Α.Ε. ΔΟΥΦΕΞΗ
ΣΤΟΜΑ 2020; 48(1): 019-030
Τα οδοντιατρικά εμφυτεύματα αποτελούν σημαντικό εργαλείο στην αντικατάσταση ελλειπόντων δοντιών. Το πιο συχνό πρωτόκολλο στην τοποθέτηση οδοντιατρικών εμφυτευμάτων περιλαμβάνει την αναπέταση βλεννογονοπεριοστικού κρημνού. Η αυξημένη χρήση τους οδήγησε στη συνεχή αναζήτηση νέων μεθόδων και τεχνικών για την καλύτερη αποδοχή και βελτίωση του αποτελέσματος για τον οδοντίατρο, αλλά και για τον ασθενή. Στην εμφυτευματολογία, αν και κυριαρχεί η τεχνική με κρημνό, υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για μια νέα τεχνική που δεν απαιτεί αναπέταση κρημνού. Η λογική αυτής της νέας προσέγγισης είναι η διατήρηση της αρχιτεκτονικής και της αγγείωσης των μαλακών μορίων, όπως επίσης και η καλύτερη προστασία του εμφυτεύματος από το περιβάλλον της στοματικής κοιλότητας. Ο σκοπός αυτής της εργασίας, είναι η ανασκόπηση των βιβλιογραφικών δεδομένων όσον αφορά τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα, τις ενδείξεις και τις αντενδείξεις της τεχνικής χωρίς κρημνό, ώστε να βοηθηθεί ο κλινικός οδοντίατρος να επιλέξει την καλύτερη δυνατή τεχνική ανά περίπτωση. Η τεχνική αυτή έχει πολλά πλεονεκτήματα: βελτιώνει τόσο τα βιολογικά όσο και τα αισθητικά αποτελέσματα, ενώ ταυτόχρονα κάνει πιο ανεκτή τη διαδικασία από τον ασθενή. Παρόλα αυτά, η τεχνική αυτή έχει συγκεκριμένες και περιορισμένες ενδείξεις, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει η ικανότητα του χειρουργού.
ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΑ ΑΡΧΕΙΑ