ΤΟΜΟΣ 46
ΤΕΥΧΟΣ 3 – 1
Η ΠΕΡΙΟΔΟΝΤΙΤΙΔΑ ΩΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ
Π. ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ, Ι. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΑΔΟΥ, Μ.E. ΖΟΥΛΟΥΜΗ, Α. ΜΑΤΙΑΚΗΣ
ΣΤΟΜΑ 2018; 46: 123-130
Σκοπός: Η παρούσα εργασία στοχεύει στην περιγραφή των συστηματικών νοσημάτων που χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη περιοδοντικής νόσου.
Μέθοδος: Στα πλαίσια της ανασκόπησης πραγματοποιήθηκε ενδελεχής μελέτη της αγγλόφωνης βιβλιογραφίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων «Pubmed», «Scopus», και «Google Scholar».
Αποτελέσματα: Η ύπαρξη περιοδοντικής νόσου είναι δυνατόν να αποτελέσει κλινική εκδήλωση συστηματικής παθήσεως ώστε η ορθή αξιολόγησή της να οδηγήσει στην ταχύτερη διάγνωση και επομένως στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της νόσου.
Βασικά συμπεράσματα: Η συνεκτίμηση της περιοδοντικής νόσου με διάφορα άλλα κλινικά ευρήματα σε έναν ασθενή είναι δυνατόν να συμβάλει στην έγκαιρη διάγνωση της νόσου, ιδιαίτερα όταν αποτελεί πρόδρομο κλινικό εύρημα.
ΤΕΥΧΟΣ 3 – 2
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΟΣΤΕΟΜΥΕΛΙΤΙΔΑΣ ΤΩΝ ΓΝΑΘΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΔΟΝΤΙΩΝ
Ν. ΚΥΡΚΟΥ, Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, Χ. ΔΑΡΔΑΜΠΟΥΝΗ, Α. ΤΣΙΡΛΗΣ
ΣΤΟΜΑ 2018; 46: 131-140
Η οστεομυελίτιδα είναι μία λοίμωξη του οστού, η οποία ξεκινάει από το σπογγώδες οστό και επεκτείνεται στο συμπαγές, στο περιόστεο και κάποιες φορές και στο βλεννογόνο του στόματος, δημιουργώντας ενδοστοματικό συρίγγιο. Επεκτείνεται, προκαλώντας συμπίεση της περιφερικής και κεντρικής αιμάτωσης, με αποτέλεσμα τη μειωμένη αιματική παροχή και την νέκρωση του οστού της περιοχής. Ο αιτιολογικός παράγοντας της οστεομυελίτιδας είναι ο μικροβιακός. Η εκδήλωση της νόσου στα οστά των γνάθων διαφοροποιείται από άλλες μορφές οστεομυελίτιδας λόγω της ύπαρξης των δοντιών που αποτελούν δίοδο μικροβίων στο υποκείμενο οστό. Κρίσιμοι παράγοντες για την ανάπτυξή της αποτελούν ο αριθμός των παθογόνων μικροβίων, η μολυσματικότητά τους, η τοπική και συστηματική ανοσία των ξενιστών και η τοπική αιμάτωση των ιστών. Οστεομυελίτιδα μπορεί να αναπτυχθεί τόσο σε ασθενείς με ελεύθερο ιατρικό ιστορικό, εάν παρατηρηθεί κάποια διαταραχή στους παραπάνω παράγοντες, όσο και σε ασθενείς με επιβαρυμένο ή παθολογικό υπόστρωμα (αρρύθμιστος σακχαρώδης διαβήτης, αλκοολισμός, διάφορες συστηματικές νόσοι κλπ.) Στην παρούσα βιβλιογραφική ανασκόπηση διερευνάται κατά πόσο είναι πιθανή η εκδήλωση οστεομυελίτιδας μετά από εξαγωγές δοντιών και ποιες νοσολογικές οντότητες συνεργούν για την εμφάνιση της νόσου.
ΤΕΥΧΟΣ 3 – 3
ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΙ ΚΥΝΟΔΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΥ: ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Β. ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ, Λ.Χ. ΠΕΖΑΡΟΥ – ΜΠΡΟΝΤΣΓΚΑΡΝΤ, Α. ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Α. ΜΟΥΛΛΑΣ
ΣΤΟΜΑ 2018; 46: 141-148
Η επίτευξη ενός αρμονικού χαμόγελου και ταυτόχρονα μιας λειτουργικής σύγκλεισης εξαρτάται από την ύπαρξη ενός πλήρους φραγμού. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της έγκλεισης κυνοδόντων αυτή η ισορροπία διαταράσσεται τόσο στο επίπεδο της αισθητικής όσο και στο συγκλεισιακό επίπεδο. Η έγκλειση των κυνοδόντων μπορεί να πραγματοποιηθεί παρειακά ή υπερώια, με το μεγαλύτερο ποσοστό των εγκλείσεων να τοποθετείται υπερώια του οδοντικού τόξου. Η αιτιολογία της έγκλεισης περιλαμβάνει τοπικούς καθώς και γενετικούς παράγοντες, γνωστές ως θεωρία καθοδήγησης και γενετική θεωρία. Η διάγνωση της έγκλεισης πραγματοποιείται κατά την ηλικία των 8 με 10 ετών, με τη λήψη εξειδικευμένων ακτινογραφιών. Ενδείξεις που υποδεικνύουν πιθανή μελλοντική έγκλειση αποτελούν η εκτεταμένη κλίση του κυνόδοντα, η υπερκάλυψη της ρίζας του πλαγίου τομέα, η γενικότερη θέση του κυνόδοντα στο τόξο, με κυριότερη τη γωνία που σχηματίζεται από τον επιμήκη άξονα του κυνόδοντα και το συγκλεισιακό επίπεδο της υπερώας. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως υπάρχουν ενδεδειγμένοι τρόποι να διαγνωσθεί μια πιθανή έγκλειση δίνοντας την ευκαιρία στους εξειδικευμένους ορθοδοντικούς για πρώιμη παρέμβαση και ενημέρωση του ασθενή προς αποφυγή του φαινομένου.
ΤΕΥΧΟΣ 3 – 4
ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΙ ΚΥΝΟΔΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΥ: ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Β. ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ, Λ.Χ. ΠΕΖΑΡΟΥ – ΜΠΡΟΝΤΣΓΚΑΡΝΤ, Α. ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Α. ΜΟΥΛΛΑΣ
ΣΤΟΜΑ 2018; 46: 149-158
Η ύπαρξη ενός πλήρους φραγμού, ιδιαίτερα στην αισθητική ζώνη, κρίνεται απαραίτητη για την επίτευξη αρμονικού χαμόγελου και λειτουργικής σύγκλεισης. Η έγκλειση των κυνοδόντων επιδρά αρνητικά και για τον λόγο αυτό επιλέγεται η εφαρμογή προληπτικών μέτρων σε περιπτώσεις έγκαιρης διάγνωσης ή θεραπείας ως μεταγενέστερη λύση. Συγκεκριμένα, προληπτικά μέτρα που εφαρμόζονται, αφού απορριφθεί το ενδεχόμενο της καθυστερημένης ανατολής, είναι η εξαγωγή των νεογιλών δοντιών της περιοχής και η διεύρυνση της υπερώας. Στις περιπτώσεις που δεν πραγματοποιήθηκε έγκαιρη διάγνωση και, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, επιλέγεται η χειρουργική αποκάλυψη του έγκλειστου κυνόδοντα, με τις χειρουργικές τεχνικές να διαφέρουν ανάλογα με την περιοχή έγκλεισης (παρειακά ή υπερώια). Η επακόλουθη ορθοδοντική θεραπεία αποσκοπεί στη μετακίνηση του εγκλείστου στο οδοντικό τόξο μέσω της δημιουργίας χώρου στη φυσιολογική θέση του κυνόδοντα και της χρήσης των δοντιών και των δύο γνάθων ως στήριξη. Η θεραπεία ολοκληρώνεται με τη διόρθωση της σύγκλεισης, την ανατολή και μετακίνηση του εγκλείστου στη φυσιολογική θέση. Επιπρόσθετα, η πρόγνωση και οι παράγοντες αποτυχίας της θεραπείας εξαρτώνται από τα χαρακτηριστικά της έγκλεισης, τη συνεργασία του ασθενή καθώς και τη δεξιότητα του ορθοδοντικού και του χειρουργού. Τέλος, όσον αφορά την κατάσταση των περιοδοντικών ιστών και της αισθητικής αποκατάστασης, δεν ανιχνεύθηκε κάποια σημαντική διαφορά μεταξύ των χειρουργικά αποκαλυμμένων και των φυσιολογικά ανατέλλοντων κυνοδόντων. Συμπερασματικά, η έγκλειση των κυνοδόντων μπορεί να αντιμετωπιστεί είτε με προληπτικά μέτρα, δημιουργώντας ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον ανατολής, είτε με το συνδυασμό χειρουργικής αποκάλυψης και ορθοδοντικής μετακίνησης.
ΤΕΥΧΟΣ 3 – 5
ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΡΑΓΙΣΜΕΝΟΥ ΔΟΝΤΙΟΥ (CTS SYNDROME)
Ε. ΜΠΑΜΠΑΣΙΔΟΥ, Π. ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ, Δ. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΣ, Κ. ΤΟΛΙΔΗΣ
ΣΤΟΜΑ 2018; 46: 159-166
Το σύνδρομο του ραγισμένου δοντιού (cracked tooth syndrome) αποτελεί μία πολύπλοκη κλινική οντότητα που, εξαιτίας της ποικιλομορφίας των συμπτωμάτων του, συσχετίζεται με άλλες καταστάσεις
οδοντικού πόνου.Οι ρωγμές μπορεί να είναι επιφανειακά ορατές και να περιορίζονται στην αδαμαντίνη ή να εκτείνονται από τη μασητική επιφάνεια του δοντιού προς το ακρορρίζιο μέσα στην οδοντίνη, χωρίς
να υπάρχει διαχωρισμός των δύο τμημάτων. Μακριές κατακόρυφες επιφανειακές ρωγμές προκύπτουν, συνήθως, στα πρόσθια δόντια της άνω γνάθου. Ακόμα, υπάρχουν τα κατάγματα των φυμάτων που ξεκινούν από τη μύλη του δοντιού, επεκτείνονται στην οδοντίνη και το κάταγμα τελειώνει στο αυχενικό τμήμα του δοντιού. Μία ρωγμή που επεκτείνεται στην οδοντίνη μπορεί να οδηγήσει σε ένα διαχωρισμένο δόντι, ακόμα και σε κατακόρυφα κατάγματα ρίζας, πλήρη ή ατελή. O κλινικός οδοντίατρος πρέπει να είναι εξοικειωμένος με τα βασικά διαγνωστικά μέσα, καθώς η άμεση διάγνωση συνεπάγεται έγκαιρη θεραπεία και καλή πρόγνωση. Σκοπός της βιβλιογραφικής αυτής ανασκόπησης είναι να παρουσιάσει το σύνδρομο του ραγισμένου δοντιού (cts syndrome), παραθέτοντας τις πιο σύγχρονες απόψεις για τον ορισμό, την ταξινόμηση, την αιτιολογία, τα κλινικά χαρακτηριστικά, τη διάγνωση, αλλά και τις επιλογές θεραπευτικής του αντιμετώπισης.
ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΑ ΑΡΧΕΙΑ